Η δίαιτα χωρίς γλουτένη και καζεΐνη (γνωστή και ως δίαιτα GFCF – Gluten-Free,
Casein-Free) έχει γίνει αντικείμενο ενδιαφέροντος και συζητήσεων, ιδιαίτερα στον
τομέα της διατροφικής διαχείρισης του αυτισμού. Αυτή η διατροφική προσέγγιση
βασίζεται στην ιδέα ότι η απομάκρυνση της γλουτένης (πρωτεΐνη που βρίσκεται στα
σιτηρά όπως το σιτάρι, το κριθάρι και η σίκαλη) και της καζεΐνης (πρωτεΐνη που
βρίσκεται στα γαλακτοκομικά προϊόντα) από τη διατροφή μπορεί να βοηθήσει στη
βελτίωση της συμπεριφοράς και των συμπτωμάτων των ατόμων με αυτισμό.
Η βασική θεωρία πίσω από τη δίαιτα GFCF προέρχεται από τη σκέψη ότι τα παιδιά
με αυτισμό μπορεί να έχουν δυσανεξία ή υπερευαισθησία στη γλουτένη και την
καζεΐνη. Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, η αδυναμία του σώματος να αφομοιώσει αυτές
τις πρωτεΐνες μπορεί να οδηγήσει σε παραγωγή πεπτιδίων, τα οποία θα μπορούσαν να
επηρεάσουν τη λειτουργία του εγκεφάλου, επιδεινώνοντας τα συμπτώματα του
αυτισμού. Οι υποστηρικτές αυτής της δίαιτας υποστηρίζουν ότι η απομάκρυνση
αυτών των πρωτεϊνών μπορεί να μειώσει αυτά τα επιβλαβή πεπτίδια, οδηγώντας σε
βελτίωση των συμπεριφορικών και γνωστικών λειτουργιών.
Έρευνες έχουν δείξει ότι ορισμένα παιδιά με αυτισμό έχουν ενδείξεις αυξημένων
επιπέδων πεπτιδίων που σχετίζονται με τη γλουτένη και την καζεΐνη στα ούρα τους,
κάτι που υποδηλώνει ότι ενδέχεται να υπάρχει κάποια σύνδεση μεταξύ της δίαιτας
και της συμπεριφοράς. Ωστόσο, η επιστημονική κοινότητα δεν έχει καταλήξει σε
οριστικά συμπεράσματα, καθώς οι έρευνες που έχουν γίνει μέχρι στιγμής είναι
περιορισμένες και τα αποτελέσματα είναι συχνά αντιφατικά.
Η εφαρμογή της δίαιτας χωρίς γλουτένη και καζεΐνη είναι μια πρόκληση, ειδικά για
οικογένειες με παιδιά με αυτισμό. Απαιτεί προσεκτική προετοιμασία γευμάτων και
συνεχή παρακολούθηση των συστατικών των τροφίμων. Οι γονείς που επιλέγουν να
ακολουθήσουν αυτήν τη δίαιτα για τα παιδιά τους πρέπει να εξασφαλίσουν ότι οι
διατροφικές ανάγκες των παιδιών καλύπτονται επαρκώς, καθώς η απομάκρυνση της
γλουτένης και της καζεΐνης μπορεί να περιορίσει σημαντικά τις διατροφικές επιλογές.
Ένα από τα πρώτα βήματα στην εφαρμογή αυτής της δίαιτας είναι η αντικατάσταση
των προϊόντων που περιέχουν γλουτένη με εναλλακτικά προϊόντα χωρίς γλουτένη,
όπως το ρύζι, η πατάτα, το καλαμπόκι και η κινόα. Αντίστοιχα, τα γαλακτοκομικά
προϊόντα μπορούν να αντικατασταθούν με προϊόντα από αμύγδαλο, καρύδα ή σόγια.
Είναι σημαντικό οι γονείς να ελέγχουν προσεκτικά τις ετικέτες των προϊόντων, καθώς
η γλουτένη και η καζεΐνη μπορεί να βρίσκονται σε πολλά επεξεργασμένα τρόφιμα.
Πέρα από τις διατροφικές αλλαγές, είναι σημαντικό να παρακολουθούνται οι
επιδράσεις της δίαιτας στο παιδί. Οι γονείς συχνά διατηρούν ένα ημερολόγιο για να
καταγράφουν τις αλλαγές στη συμπεριφορά, τη συγκέντρωση και τη γενικότερη υγεία
του παιδιού. Αυτό μπορεί να βοηθήσει στην αναγνώριση τυχόν θετικών ή αρνητικών
αλλαγών που μπορεί να συνδέονται με τη δίαιτα.
Η επιστημονική στήριξη της δίαιτας GFCF είναι περιορισμένη και αμφιλεγόμενη.
Αν και υπάρχουν αρκετές μελέτες που έχουν εξετάσει την αποτελεσματικότητα αυτής
της δίαιτας σε παιδιά με αυτισμό, τα αποτελέσματα είναι συχνά αντιφατικά και δεν
επιτρέπουν τη διατύπωση σαφών συμπερασμάτων. Ορισμένες μελέτες έχουν δείξει
ότι υπάρχει βελτίωση στη συμπεριφορά και τις γνωστικές λειτουργίες ορισμένων
παιδιών που ακολουθούν τη δίαιτα GFCF, ενώ άλλες δεν έχουν διαπιστώσει
σημαντικές διαφορές.
Η ποικιλία στις αντιδράσεις των παιδιών στη δίαιτα μπορεί να εξηγηθεί από την
πολυπλοκότητα του αυτισμού ως φαινόμενο και από το γεγονός ότι ο αυτισμός δεν
εκδηλώνεται με τον ίδιο τρόπο σε όλα τα παιδιά. Έτσι, η δίαιτα GFCF μπορεί να είναι
αποτελεσματική για κάποια παιδιά, αλλά όχι για άλλα.
Επιπλέον, οι ειδικοί υπογραμμίζουν τη σημασία της εξατομίκευσης της διατροφικής
προσέγγισης και της συνεργασίας με διαιτολόγους και γιατρούς. Είναι απαραίτητο να
εξασφαλίζεται ότι η δίαιτα παρέχει όλα τα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά και ότι το
παιδί δεν στερείται ζωτικών στοιχείων για την ανάπτυξη και την ευημερία του.
Η δίαιτα χωρίς γλουτένη και καζεΐνη αποτελεί μια διατροφική προσέγγιση που έχει
προσελκύσει το ενδιαφέρον πολλών γονέων παιδιών με αυτισμό, με την ελπίδα ότι
μπορεί να βελτιώσει τη συμπεριφορά και τη λειτουργικότητα των παιδιών τους.
Παρόλο που υπάρχουν αναφορές από γονείς που παρατηρούν θετικές αλλαγές, η
επιστημονική τεκμηρίωση αυτής της προσέγγισης παραμένει αμφιλεγόμενη.
Η απόφαση για την εφαρμογή μιας τέτοιας δίαιτας θα πρέπει να λαμβάνεται με
προσοχή και σε συνεργασία με επαγγελματίες υγείας. Είναι κρίσιμο να διασφαλίζεται
η επαρκής κάλυψη των διατροφικών αναγκών του παιδιού και να παρακολουθείται
προσεκτικά η πορεία της υγείας και της ανάπτυξής του. Τέλος, θα πρέπει να γίνεται
κατανοητό ότι η δίαιτα GFCF δεν αποτελεί θεραπεία για τον αυτισμό, αλλά μια
πιθανή συμπληρωματική προσέγγιση που μπορεί να βοηθήσει ορισμένα παιδιά.